ἀντίφτε͜ιαστος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀντίφτε͜ιαστος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀντίφτε͜ιαστος ἐπίθ. ἀμάρτ. ἀντίφκε͜ιαστος ΓἈθάν. Πράσιν. καπέλλ. 76 ἀντίφκε͜ιαστους Στερελλ. (Αἰτωλ.)
Ετυμολογία
Ἐκ τῆς προθ. ἀντὶ καὶ τοῦ ἐπιθ. φτε͜ιαστός.
Σημασιολογία
Ὁμοιοτατος, ἀπαράλλακτος, ἐπὶ τέκνων ἔνθ’ ἀν.: Τοὺ πιδὶ εἶνι ἀντίφκε͜ιαστου τ᾿ς μάννας τ᾽ Αἰτωλ. Ἀντίφκε͜ιαστ’ μὶ τὴ μάννα τ’ς εἶνι αὐτὴ ἡ τσούπα αὐτόθ. Ὁ δρακούλλης μοιάζει τοῦ πατέρα του ἀντίφκε͜ιαστος ΓἈθαν. ἔνθ. ἀν. Συνών. ἰδ. ἐν λ. ἀντίτυπος 1.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA