ἀπαβγάσμι

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀπαβγάσμι

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἀπαβγάσμι τό, ἀπῳβάσμ’ Πόντ. (Σάντ. Χαλδ.)

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ρ. *ἀπαβγάζω, δι' ὅ πβ. ἁπλοῦν *ἀβγάζω.

Σημασιολογία

Τὸ πρῶτον ᾠὸν τῆς ὄρνιθος: ’Οσήμερον ἐπέρα ἕναν ἀπῳβάσμ’.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/