ἄπαιχτος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἄπαιχτος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἄπαιχτος ἐπίθ. Πόντ. (Κερασ. Τραπ.) -Λεξ. Μ.’Εγκυκλ• ’Ελευθερουδ. Πρω. Δημητρ.

Χρονολόγηση

Μεσαιωνικό

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ μεσν. ἐπίθ. ἄπαικτος.

Σημασιολογία

1) Ὁ μήπω παιχθεὶς ἔνθ’ ἀν. : Ἄπαιχτη παρτίδα (ἐν τῷ χαρτοπαιγνίῳ) Λεξ. Δημητρ. Ἄπαιχτος ἄσσος Λεξ. Πρω. 2) ᾿Εκεῖνος τὸν ὁποῖον δὲν δύναταί τις νὰ περιπαίξῃ Πόντ. (Κερασ.) Μ.Ἐγκυκλ. Ἐλευθερουδ. Πρω.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/