ἁπαλαδόστομος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἁπαλαδόστομος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἁπαλαδόστομος ἐπίθ. ἁπολαδόστομος Πόντ. (Τραπ. Χαλδ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τῶν οὐσ. *ἁπαλάδι καὶ στόμα. Ὁ τύπ. ἁπολαδόστομος διὰ παρετυμολογικὴν ἀποκατάστασιν τῆς προθ. ἀπό. ᾽Ιδ. ΙΒογιατζίδ. ἐν Λεξικογρ. Ἀρχ. 5 (1918) 147.
Σημασιολογία
1) Ὁ οἱονεὶ ἔχων βλωμὸν ψίχας ἄρτου εἰς τὸ στόμα καὶ οὕτω μὴ δυνάμενος νὰ ὁμιλήσῃ, ὁ μασῶν τοὺς λόγους του Τραπ. 2) Βλάξ Χαλδ. Συνών. ἰδ. ἐν λ. ἄνογος.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA