ἁπαλοζώνω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἁπαλοζώνω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
ἁπαλοζώνω ΚΠαλαμ. Δωδεκάλ. Γύφτ.287.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ἐπιρρ. ἀπαλὰ καὶ τοῦ ρ. ζώνω.
Σημασιολογία
Ἐλαφρῶς περιβάλλω, πλαισιώνω χωρὶς νὰ στενοχωρῶ τι: Ποίημ. Πέφτει τ᾿ ἁπλόχωρο λιβάδι | τ’ ὁλόχλωρο, τ’ ὁλανθισμένο κιˬ ἀποπαντοῦ τὸ ἁπαλοζώνουν | τῆς ἄνοιξις τὰ περιβόλιˬα.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA