ἀσπρόντυμα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀσπρόντυμα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἀσπρόντυμα τό, ἀσπροέντυμα Δ. Σολωμ. 205 ἀσπρόντυμα Ἀθῆν.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ἐπιθ. ἄσπρος καὶ. τοῦ οὐσ. ντύμα.
Σημασιολογία
1) Λευκὸν ἔνδυμα Δ. Σολωμ. ἔνθ᾽ ἀν.: Ποίημ. Ἀσπροεντύματα, γέλιˬα καὶ κρότοι, ὅλοι οἱ δρόμοι γιˬομᾶτοι χαρά. 2) Λευκὸν περικάλυμμα ἐπίπλων κττ. Ἀθῆν.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA