ἀπανάλυμα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀπανάλυμα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἀπανάλυμα τό, ἀμάρτ. ᾿πονέλυμα Θρᾴκ. (Σαρεκκλ.)

Ετυμολογία

ἀπανάλυμα τό, ἀμάρτ. ᾿πονέλυμα Θρᾴκ. (Σαρεκκλ.)

Σημασιολογία

Τῆξις, διάλυσις. Συνών. ἰδ. ἐν λ. ἀνάλυμα 1.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/