ἀσπρόρραχος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀσπρόρραχος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

ἀσπρόρραχος ὁ, Κύπρ. – Δ. Παντελ. Ἀγροτ Λεξ (λ. καλυκοτόμη) -Λεξ. Βλαστ. 463 Δημητρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ὲπιθ. ἄσπρος καὶ τοῦ ἀρχ. οὐσ. ρᾶχος.

Σημασιολογία

Τὸ φυτὸν ἀσπάλαθος 1, ὃ ἷδ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/