γκιˬουλγκιˬουλὶς
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γκιˬουλγκιˬουλὶς
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
γκιˬουλγκιˬουλὶς ἐπίθ. ἐνιαχ. gιˬουgιˬουλὶς Α. Ρουμελ. (Σωζόπ.) γκιˬουργκιˬουλὶς Βιθυν. Προπ. (Μαρμαρ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ οὐσ. γκιˬούλι, παρὰ τὸ ὁπ. καὶ τύπ.* γκιˬουλγκιˬούλι, καὶ τῆς παραγωγ. καταλ. -ίς. Ὁ τύπ. gιˬουgιˬουλὶς δι’ ἀνομοίωσιν τοῦ λ.
Σημασιολογία
Ροδόχρους ἔνθ’ ἀν.: ᾊσμ. Τώρα ν-ἡ γῆς στολίζεται μ’ ἐννιˬὰ λογιˬῶν λουλούδιˬα, μὲ πράσινα, μὲ κόκκινα, μὲ γκιˬουργκιˬουλιˬά, γαλάζιˬα Προπ. (Μαρμαρ.) Πέρα ’ς τὸν πέρα μαχαλᾶ ἔχω κ’ ἐγὼ κιˬ ὁρίζω μιˬὰ γκιˬουργκιˬουλιˬὰ γαριφαλιˬά, στέλνω καὶ τὴν ποτίζω Βιθυν.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA