ἀστοχόπικρα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀστοχόπικρα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
ἀστοχόπικρα ἡ, Πελοπν. (Κάμπος Λάκων.)
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ἐπιθ. ἄστοχος καὶ τοῦ οὐσ. πίκρα.
Σημασιολογία
Μικρὰ πίκρα, ἤτοι μικρὰ συμφορά, οἷον θάνατος μικροῦ παιδίου ἐν συγκρίσει πρὸς θάνατον ἐνηλίκου ἀνθρώπου.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA