γουρουνοπανύγυρο
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γουρουνοπανύγυρο
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
γουρουνοπανύγυρο τό, ἐνιαχ. γουρ᾽νοπανήγυρο Πελοπν. (Λάλ.)
Ετυμολογία
Ἐκ τῶν οὐσ. γουρούνι καὶ πανηγύρι.
Σημασιολογία
Γουρουνοπάζαρο, τὸ ὁπ. βλ., ἔνθ᾽ ἀν.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA