βεζιρεία
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
βεζιρεία
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
βεζιρεία ἡ, Ἤπ. (Ἄρτ. κ.ἀ.)
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ οὐσ. βεζίρης.
Σημασιολογία
Μία τῶν στενωτέρων ἑδρῶν τοῦ ἀστραγάλου. Συνών. βεζίρης 3.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA