ἀστραγαλίδα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀστραγαλίδα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

ἀστραγαλίδα ἡ, Κρήτ. ’στραγαλίδα Θήρ.

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ οὐσ. ἀστράγαλος καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. -ίδα. Πβ. καὶ ἀρχ. οὐσ. στραγγαλίς = κόμβος καὶ σάρκωμα Ἀριστοτ. Ζῴων ἱστορ. 7,11.

Σημασιολογία

᾿Εκ τοῦ οὐσ. ἀστράγαλος καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. -ίδα. Πβ. καὶ ἀρχ. οὐσ. στραγγαλίς = κόμβος καὶ σάρκωμα Ἀριστοτ. Ζῴων ἱστορ. 7,11.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/