βεντάλιˬα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
βεντάλιˬα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
βεντάλιˬα ἡ, κοιν. βεντάλ-λιˬα Εὔβ. (Κουρ. Ὀξύλιθ.) βιdάλιˬα Θεσσ. βεντάγιˬα πολλαχ. βρετάλιˬα Θήρ. (Οἴα).
Ετυμολογία
Τὸ Ἰταλ. ventaglia.
Σημασιολογία
Ριπίδιον.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA