ἀστρόσπαρτος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀστρόσπαρτος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀστρόσπαρτος ἐπίθ. ΚΠαλαμ. ᾿Ασάλ. ζωὴ2 16 -Λεξ.Δημητρ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ οὐσ. ἄστρο καὶ τοῦ ἐπιθ. σπαρτός.
Σημασιολογία
Ἀστροσπαρμένος, ὃ ἰδ., ἔνθ’ ἀν. : Ποίημ. Μιˬὰ χαραυγούλλα σὰν ἀπὸ μαργαριτάρι λεύκαινε τὸν ἀστρόσπαρτο ἀκόμη αἰθέρα ΚΠαλαμ. ἔνθ᾽ ἀν.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA