γραφίτσα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γραφίτσα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
γραφίτσα ἡ, Θρᾴκ. - Λεξ. Κομ. Γαζ. (εἰς λ. ἐπιστόλιον) Μπριγκ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ οὐσ. γραφὴ καὶ τῆς ὑποκορ. καταλ. -ίτσα.
Σημασιολογία
Μικρὰ ὀλιγόλογος ἐπιστολὴ ἔνθ᾽ ἀν.: ᾎσμ. Ἄσπρα μου περιστέριˬα κι ἔμορφα πουλλιˬά, ᾽ς τὸν τόπο ποὺ θὰ πᾶτε ἀπεδῶ νά ᾽ρθιτε, νὰ γράψω μιˬὰ γραφίτσα ᾽ς τὰ φτερούδιˬα σας Θρᾴκ. Συνών. γραμματάκι 3, γραφέλα, γραφιδάκι, γραφούλα.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA