γράψη

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γράψη

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

γράψῃ ἡ, Μακεδ. (Χαλκιδ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ θέμ. τοῦ ἀόρ. ἔγραψα τοῦ ρ. γράφω.

Σημασιολογία

Ἡ γραφὴ, τὸ γράψιμον: ᾎσμ. Ἔχω ᾽ς τὴν ᾽Αdριανούπολη κούρβα μὲ τριˬὰ κοπέλιˬα, τό ᾽να μαθαίνει γράμματα, τ᾽ ἄλλο μαθαίνει γράψῃ, τὸ τρίτο τὸ μικρότερο μαθαίνει τὴν καβάλλα.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/