γλαυκόχρυσος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γλαυκόχρυσος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
γλαυκόχρυσος ἐπίθ. Κ. Παράσχ. εἰς Ν. Ἑστ. 15 (1934) 76.
Ετυμολογία
Ἐκ τῶν ἐπιθ. γλαυκὸς καὶ χρυσός.
Σημασιολογία
Ὁ ἔχων γλαυκὸν καὶ χρυσίζον χρῶμα: Ποίημ. Τὸ θόλο τὸ γλαυκόχρυσο νὰ τὸν ἀστροφωτᾶνε καὶ μὲ φλογάτες πάντοτε ματιˬὲς νὰ σὲ κοιτᾶνε.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA