γροσουδάκι

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γροσουδάκι

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

γροσουδάκι τὸ, Α. Πάλλη, Ταμπουρ. καὶ Κόπαν., 109͵

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. γροσούδι καὶ τῆς ὑποκορ. καταλ. -άκι.

Σημασιολογία

Γρόσι, χρῆμα : Ποίημ. Νά! θωράει μπροστὰ | βλάμη του παλιˬὸ σακάτη ποὺ τοῦ χρώσταε ἀκόμα κάτι | γροσουδάκιˬα λιγοστά.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/