γλινιˬάρης
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γλινιˬάρης
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
γλινιˬάρης ἐπίθ. Θήρ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ οὐσ. γλίνα καὶ τῆς παραγωγ. καταλ. -άρης.
Σημασιολογία
Ὁ ρυπαρός, ὁ λιγδωμένος. Συνών. ἀκάθαρτος Α1, ἀσουμπαλιˬάρης 1, ἀσούμπαλος 1, ἀτσαλιˬάρικος 1, ἄτσαλος 4, ἀτσιγγάνικος 2, ᾿Ατσίγγανος 3, βρωμέας, βρωμιˬάρης 1, βρωμιˬάρικος, βρώμικος1, βρώμιˬος1, βρωμούσης, βρωμύλος, γλίτσης, λιγδιˬάρης, λιγδωμένος.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA