δαγκαρώνω

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

δαγκαρώνω

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

δαγκαρώνω ἐνιαχ. δαgαρώνου Α. Ρουμελ. (Στενήμαχ. Φιλιππούπ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιθ. δαγκάρης καὶ τῆς παραγωγ. καταλ. -ώνω.

Σημασιολογία

Τρώγω λαιμάργως ἔνθ᾿ ἀν.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/