ἀπεκεῖ-κ’ ἔσω

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀπεκεῖ-κ’ ἔσω

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίρρημα

Τυπολογία

ἀπεκεῖ-κ’ ἔσω ἐπίρρ. ἀπεκεικέσ’ Πόντ. (Σούρμ. Τραπ. Χαλδ.) ἀπακεικέσ’ Πόντ. (Τραπ. Χαλδ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τῆς ἐπιρρηματ. συνεκφορᾶς ἀπεκεῖ κ’ ἔσω.

Σημασιολογία

Ἀπεκεῖ ἴσα (οἱ ἀπὸ ἀπα- τύπ. δεικτικῶς) ἔνθ’ ἀν.: Ἕναν ἡμέρα ἔρθε, ἐδβε ἐπεκεικέσ’ Σούρμ. Συνών. *ἀπεκεῖ-ἔσω 2.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/