ἀπηγανεˬὰ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀπηγανεˬὰ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

ἀπηγανεˬὰ ἡ, (Ι) Κρήτ. πηγανεˬὰ ΑΒαλαωρ. Ἔργα 3, 196

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. ἀπήγανος, παρ’ ὃ καὶ πήγανος, καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. -εˬά. Ἡ λ. ὑπὸ τοὺς αὐτοὺς τύπ. καὶ παρὰ Δουκ.

Σημασιολογία

Ἀπήγανος Ἡ λ. καὶ ὡς τοπων. ὑπὸ τοὺς τύπ. Πηγανεˬὰ Χίος Πηαν-νεˬὰ Κύπρ. Ἀπηγανὲς Ἄνδρ. Ἀπηανὲς Κάρπ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/