γύμνιˬα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γύμνιˬα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικο

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

γύμνιˬα ἡ, σύνηθ. γιˬούμνιˬα Μέγαρ. γδύμνια Εὔβ. (Ἁγία Ἄνν. Λιχὰς κ.ἀ.) Ζάκ. ᾽Ικαρ. Κρήτ. (Κίσ. Σέλιν. Σητ. Χαν. κ.ἀ.) Μακεδ. (Πεντάπολ. Τρικοκκ. κ.ἀ.) Νάξ. (᾽Απύρανθ.) Πελοπν. (Αἴγ. ᾽Ανδροῦσ. Ἀρκαδ Βούρβουρ. Βούτσ. Βραχν Δίβρ. Καλάβρυτ. Κυνουρ. Τριφυλ. κ.ἀ.) Σάμ. Στερελλ. (Αἰτωλ. ᾽Ακαρναν. Φθιῶτ. Φωκ.) - Λεξ. Δημητρ. γdύμνιˬα Κῶς κ.ἀ. γδυμνιˬὰ Κρήτ. ἐγδυμνιὰ Νάξ. (᾽Απύρανθ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιθ. γυμνός. Διὰ τὸν ἀναβιβασμὸν τοῦ τόνου βλ. Γ. Χατζιδ., ΜΝΕ 2,101 κ.ἐξ. Ἡ λ. καὶ εἰς Σομ. ὑπὸ τοὺς τύπ. γυμνιˬὰ καὶ γδυμνιˬά.

Σημασιολογία

1)Ἡ κατάστασις τοῦ γυμνοῦ, ἡ γυμνότης σύνηθ.: Θὰ ὑφάνω μιˬὰ μαλλῖνα νὰ σκεπάσω τὴ γύμνιˬα μου (μαλλῖνα = μάλλινον ὕφασμα) Εὔβ.(Αἰδηψ.) ᾽Απὸ τὴ γδύμνιˬα πῶς νὰ μὴ κρυώσουνε, χριστιανοί μου, μικρὰ παιδιˬά; Πελοπν.(Κυνουρ.) Οἰκουνουμία, γιˬὰ νὰ κάνουμι καμμιˬὰ φουρισιˬά, νὰ σκιπάσουμι τὴ γδύμνιˬα μας.! Σάμ. ᾽Επαραΐνηκε g᾽ εὐτεινῶ ἡ γδύμνιˬα dωνε, φ᾽τίλι ροῦχο δέν ἔχουνε Νάξ. (᾽Απύρανθ.) Νὰ τ᾽ δώσουμι ἕνα ροῦχου, νὰ σκιπάσ᾽ τ᾽ γδύμνιˬα τ᾽ Εὔβ. (Ἁγία Ἄνν.) || Φρ. Τὸν ἔφαγε ἡ πεῖνα καὶ ἡ γδύμνιˬα Πελοπν. (᾽Ανδροῦσ.) Ἡ φρ. κ.ἀ. Πεῖνα, γδύμνιˬα κιˬ ἀναπαραδιˬὰ Πελοπν. (Τριφυλ) ‖ Ποίημ. Καὶ ξέρουνε καὶ ὑφαίνουνε τὸ γνέμα τ᾽ ἀργαλε͜ιοῦ, ποὺ θ᾽ ἀλαφροσκεπάσῃ τὴ γύμνιˬα τοῦ κορμιˬοῦ Κ. Παλαμ., Δωδεκάλ. Γύφτ.2, 165. Συνών. γκολιˬοσανιˬά, γυμνάδα, ζορκιˬά. β) ᾽Επὶ ἐδάφους, ἡ ψιλὸτης, ἡ ἔλλειψις φυτείας ἐνιαχ.: Πολλὰ βουνά μας ἔχουνε γύμνιˬα Λεξ. Δημητρ. 2) Ἡ ἔνδεια, ἡ ἀθλιότης καὶ ἡ δυστυχία σύνηθ.: Ποῦ νὰ ἰδῇς, γύμνιˬα καὶ κακό! ᾽Αθῆν. Ἡ γδύμνιˬα, πού ᾽ναι ᾽ς ἐκεῖνο τὸ σπίτι, δὲν τὴ λέει ἀνθρώπινη γλῶσσα Πελοπν. (Κυνουρ.) Δὲν κοιτάζεις τὴ γύμνιˬα σου καὶ τὴν ὀρφάνιˬα σου ! Κέρκ. Ἡ κακομοιριˬά τους καὶ ἡ γύμνιˬα τους εἶναι μεγάλη Παξ. Ἤφαέ με ἡ γρίνα σου, ἤφαέ με ἡ ἐγδυμνιˬὰ κ᾽ ἡ κακοπέραση Νάξ. (᾽Απύρανθ.) ᾽Ηπλάκωσεν ὁ ειμῶνας τσ᾽ ὁ θιὸς ξέρει τὴ γdύμνιˬαμ μας Κῶς. Ἡ λ. καὶ ὡς τοπων. ὑπὸ τὸν τύπ. Γύμνιˬα Κεφαλλ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/