γλυκαναπαμὸς
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γλυκαναπαμὸς
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Αρσενικό
Τυπολογία
γλυκαναπαμὸς ὁ, Μ. Τσιριμῶκ., Δεκάστ., 15 Σονέττ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ἐπιθ. γλυκὸς καὶ τοῦ οὐσ. ἀναπαμός.
Σημασιολογία
Μεταφ., ἡ προκαλοῦσα εὐχαρίστησιν, ἡ οἱονεὶ γλυκεῖα ἀνάπαυσις ἔνθ᾿ ἀν.: Ποιημ. Τῶν λουλουδιˬῶν τὰ μῦρα, τὰ χρώματα κ᾿ οἱ φωτοσκιὲς τῶν δέντρων μιˬὰ πλημμύρα ζωῆς τὸ γλυκαναπαμὸ Μ. Τσιριμῶκ., Σονέττ., ἔνθ᾿ ἀν. Δίχως φόβο, δίχως ἔννο͜ια, | δίχως πόθο καὶ καηˬμὸ μιˬὰ ζωὴ τριανταφυλλένιˬα | ζῶ ᾿ς τὸ γλυκαναπαμὸ Μ. Τσιριμῶκ., Δεκάστ., ἔνθ᾿ ἀν.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA