γυναικοθέσι

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γυναικοθέσι

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

γυναικοθέσι τό, ἐνιαχ. γυναικοθέσιν Χίος γεναικοθέσιν Κύπρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. γυναικοθέμι κατὰ παρετυμ. Βλ. Γ. Χατζιδ., ΜΝΕ 2,457.

Σημασιολογία

Πλῆθος γυναικῶν ἔνθ᾿ ἀν. Συνών. βλ. εἰς λ. γυναικαρε͜ιὸ 2 καὶ γυναικοβόλι.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/