δασκαλομάνι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
δασκαλομάνι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
δασκαλομάνι τό, ἐνιαχ. δασκαλουμά᾿ Ἤπ. (Κουκούλ.)
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ οὐσ. δάσκαλος καὶ τῆς παραγωγ. καταλ. -μάνι.
Σημασιολογία
Πλῆθος διδασκάλων ἔνθ᾿ ἀν.: Ἀχά! γλέπου πουλὺ δασκαλουμά᾿ σήμιρα ᾿ς τοὺ χουριˬό μας! Ἤπ. (Κουκούλ.) Συνών. δασκαλοβρόχι, δασκαλολόγι.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA