ἄπικρος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἄπικρος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἄπικρος ἐπίθ. Κύπρ. -Λεξ. Αἰν Βλαστ. ἄπικρους Στερελλ. (Αἰτωλ.)

Χρονολόγηση

Αρχαίο

Ετυμολογία

Τὸ ἀρχ. ἐπίθ. ἄπικρος.

Σημασιολογία

Ὁ μὴ ἔχων πικρίας, λύπην ἔνθ᾽ ἀν.: Ἄπικρους ἄνθρουπους αὐτὸς Αἰτωλ. Ἤθιλα νὰ εἶμι ἄπικρους σὰν αὐτόνι αὐτόθ. Συνών. ἀπίκραντος 1.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/