γλυκολυγῶ
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γλυκολυγῶ
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
γλυκολυγῶ Ν. Ἑστ. 19 (1936), 496.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ἐπιρρ. γλυκὰ καὶ τοῦ ρ. λυγῶ, παρὰ τὸ λυγίζω.
Σημασιολογία
Λυγίζω, κάμπτω ἡδέως, μετὰ γλυκείας οἱονεὶ νωχελείας: Τὸ ξενικὸ κρασὶ ζέστανε τὰ στομάχια, γλυκολυγοῦσε τὰ πόδιˬα, ἀφιˬόνιζε τὰ μυˬαλά.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA