ἄπις
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἄπις
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Αρσενικό
Τυπολογία
ἄπις ὁ, ἄπ-πις Κύπρ. ἄπ-πη ἡ, Κύπρ. Πληθ. ἄπ-πι-δες καὶ ἄπ-πιες Κύπρ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ἀρχ. οὐσ. ἄπιος, ὃ ἀρσενικῶς παρ᾽ Εὐσταθ. Opunc. 136, 1. Πβ. καὶ ΣΜενάρδ. ἐν Ἀθηνᾷ 41 (1929) 48.
Σημασιολογία
Ἡ γραφὴ ἄππιος ἐν κώδ. Γεωπον. Ρ 10, 25, 1 (ἔκδ. Beckh) «ἄλλοι δὲ εἰς ἀγγεῖον καινὸν κεραμεοῦν ἐπιβάλλουσι τὰς ἀππίους». Τὸ δένδρον ἀπιδέα ἔνθ’ ἀν.: Ὁ ἄπ-πις μου ἔν᾿ ἀμ-μα-τερὸς (ἐμβολιασμένος) Ἔχομεν ἔσ-σω μας μίαν ἄπ-πην μεάλην Συνών. ἰδ. ἐν λ. ἀπία. Ἡ λ. ὑπὸ τοὺς τύπ. Ἄπ-πη καὶ Ἄππιες καὶ ὡς τοπων. Κύπρ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA