δασομουστακᾶτος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

δασομουστακᾶτος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

δασομουστακᾶτος ἐπίθ. Ἀμοργ. Ἰων. (Κάτω Παναγ. Κρήν.) Κρήτ. (Κίσ. Σέλιν. κ.ἀ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιθ. δασὺς καὶ τοῦ ἐπιθ. μουστακᾶτος.

Σημασιολογία

Ὁ ἔχων πυκνὸν μύστακα ἔνθ᾿ ἀν.: ᾌσμ. –Βρέ, καλῶς τον τὸ γενᾶτο καὶ τὸ δασομουστακᾶτο! Ποῦ πηγαίνεις ἴσα κάτω; - Πάγω νὰ γυρεύγω χτένιˬα καὶ μ᾿ ἐφάγανε τἁ γένιˬα (εἰρων., ἐπὶ σπανοῦ) Ἰων. (Κρήν.) Βρέ, καλῶς τον dὸν γενᾶτον | gαὶ τὸδ δασομουστακᾶτον ! Ἀπὸ ποῦ βαστᾷ ἡ γενιˬά σου | καὶ ἡ δασομουστακιˬά σου; Ἀμοργ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/