γλυκόνερος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γλυκόνερος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

γλυκόνερος ἐπίθ. ἐνιαχ. γλυκόνιρους Θρᾴκ. (’Αδριανούπ.)

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. γλυκός καὶ τοῦ οὐσ. νερό.

Σημασιολογία

Ὁ ἔχων γλυκὺ ὕδωρ ἐνιαχ.: ᾎσμ. Τρία ποτάμιˬα ἔχουμι ἰδῶ ’ς τοῦ ’Ιλdιρίμι. Ἡ Τούτζιˬα χουρίζ’ ἀdρούγυνα κὶ ἡ Μαρίτσ’ ἀδέρφιˬα, κ’ ἡ Ἄρdα ἡ γλυκόνερη τὴ μάνν’ ἀπ’ τὰ πιδιˬά της (ἐκ μοιρολ.) Θρᾴκ. (᾽Αδριανούπ.)

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/