ἀποβρίσκω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀποβρίσκω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
ἀποβρίσκω Κύπρ. Χίος ἀποβρίχνω Κρήτ. ἀποβρίστω Κρήτ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τῆς προθ. ἀπὸ καὶ τοῦ ρ. βρίσκω.
Σημασιολογία
Εὑρίσκω, συνήθως κατ᾿ ἀόρ. καὶ ἐν συνεκφορᾷ μετὰ τοῦ ἀορ. τοῦ ἁπλοῦ ηὗρα ἔνθ’ ἀν.: Φρ. Ηὗρες κιˬ ἀπόβρες τὸν ἄνθρωπο! (δὲν εὗρες κἀνένα ἄλλον, αὐτὸν εὗρες!) Κρήτ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA