ἀπογδύσι

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀπογδύσι

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἀπογδύσι τό, Κρήτ.

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ρ. ἀπογδύνω καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. -ι.

Σημασιολογία

Ἀπόγδυμα ὃ ἰδ.: Πέταξε ’ς τὸ κοφίνι τ᾿ ἀπογδύσιˬα σου. ᾿Επληθύνα d’ ἀπογδύσα μας καὶ πρέπει νὰ κάμωμε ὀγλήγορα bουγάδα.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/