αὐγουστοκοκκύμελον
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
αὐγουστοκοκκύμελον
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
αὐγουστοκοκκύμελον τό, Πόντ. (Κερασ. κ.ἀ.) ἀγουστοκοτύμπελο Πόντ. (Ὄφ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τῶν οὐσ. Αὔγουστος καὶ κοκκύμελον, δι’ ὃ ἰδ. κοκκύμηλο.
Σημασιολογία
1)Τὸ κατ’ Αὔγουστον ὡριμάζον κοκκύμηλον: Ἀκόμηνο τ’ ἀγουστοκοτύμπελα οὐτ’ ὥρ’μινανε (δὲν ὡρίμασαν) Πόντ. (Ὄφ.) Συνών. αὐγουστοπουρνέλλα. 2)Τὸ δένδρον κοκκυμηλέα, προύμνη ἡ ἐμβολιαζομένη (prunus insititia) τῆς τάξεως τῶν ροδανθῶν (rosaceae): Ἔχομε ’ς τὴν αὐλαία μουνα ἕνα ἀγουστοκοτύμπελο Πόντ. (Ὄφ.) Συνών. αὐγουστοπουρνελλεˬά.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA