γλυκοπροστάζω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γλυκοπροστάζω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
γλυκοπροστάζω Κ. Παλαμ., ᾿Ασάλ. ζωή2, 151.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ἐπιρρ. γλυκὰ καὶ τοῦ ρ. προστάζω.
Σημασιολογία
Διατάσσω, προστάζω κατὰ τρόπον ἤπιον, γλυκύν: Ποίημ. Καὶ σὰ νὰ τὴ μαλάκωσαν παλιˬὰ θυμητικά, μὲ γλυκοπρόσταξε νὰ πῶ καὶ νὰ τῆς τραγουδήσω.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA