αὐλακὸς

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

αὐλακὸς

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

αὐλακὸς ὁ, Κρήτ. (Βιάνν.)

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ οὐσ. αὐλάκι καὶ τῆς καταλ. -ός.

Σημασιολογία

Ἡ αὐλακοειδὴς γλυφὴ τοῦ προσθίου ὑφαντικοῦ ἀντίου ἐντὸς τῆς ὁποίας προσαρμόζεται τὸ ἐγκάρδιον ξύλον τοῦ στήμονος.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/