γλυκοροζονάρω

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γλυκοροζονάρω

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

γλυκοροζονάρω Δ. Κρήτ.

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ἐπιρρ. γλυκὰ καὶ τοῦ ρ. ροζονάρω, τὸ ὁπ. ἐκ τοῦ Ἑνετ. rasonar=ὁμιλῶ ἁπλῶς.

Σημασιολογία

Ὁμιλῶ μετὰ γλυκύτητος, ἠπιότητος: ᾌσμ. Δυˬὸ συbεθέροι κάθουdαι καὶ γλυκοροζονάρουν Δ. Κρήτ. Πολλὲς καdίνες στέκανε εἰς τῶ Χανιˬῶ τὴ bόρτα κ᾽ ἐγλυκοροζονάρανε κ᾿ ἡ μιˬὰ τὴν ἄλλη ἐρώτα (καdίνες=μωαμεθανίδες). Συνών. γλυκομιλῶ, γλυκοκουβεντιˬάζω.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/