γλυκοσβήνω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γλυκοσβήνω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
γλυκοσβήνω Ι. Ζερβ., Τραγ. καλοῦ καιρ., 20, 26 -Λεζ. Δημητρ. γλυκουσβήνου Στερελλ. (Αἰτωλ. Ἀκαρναν.)
Ετυμολογία
Εκ τοῦ ἑπιρρ. γλυκὰ καὶ τοῦ ρ. σβήνω.
Σημασιολογία
1) Σβήνω οἱονεὶ γλυκά, ἁπαλά, ἠπίως: γλυκοσβήνουνε τ’ ἄστρα τὴν αὐγὴ Λεξ. Δημητρ. || Ποίημ. Ἀπόστασε τὸ φῶς καὶ γλυκοσβήνει Ι. Ζερβ., ἔνθ’ ἀν. 2) Σβηνω, πεθαίνω ἤρεμα Στερελλ. (Αἰτωλ. Ἀκαρναν.)
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA