γλυκοσκάζω

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γλυκοσκάζω

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

γλυκοσκάζω Λεξ. Δημητρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιρρ. γλυκὰ καὶ τοῦ ρ. σκάζω.

Σημασιολογία

Ἐπὶ τοῦ ἡλίου καὶ τῶν ἄστρων, ἀνατέλλω ἁπαλά, οἱονεὶ γλυκά : Ποίημ. Μὲ τὸ ἀπόκλωσμα τοῦ ἡλιˬοῦ ’ς τά οὐράνιˬα γλυκοσκάζεις.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/