γλυκοσμπόρης
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γλυκοσμπόρης
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
γλυκοσμπόρης ἐπίθ. ἐνιαχ. γλυπουσμπόρ’ς Μακεδ. (Κολινδρ.)
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ρ. γλυκοσμπορίζω.
Σημασιολογία
Ὁ ὁμιλῶν μετὰ προσηνείας, ὁ ἔχων γλυκύτητα λόγου .ἔνθ’ ἀν.: Ἡ Μιχά’ς εἶι γλυκουσμπόρ’ς. Συνών. γλυκολόγος, γλυκομίλητος, γλυκόστομος.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA