αὐλόμαντρα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

αὐλόμαντρα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

αὐλόμαντρα ἡ, Ἀθῆν. κ.ἀ.-ΔΚαμπούρογλ. Νεράιδ. κάστρ. 74.

Ετυμολογία

᾿Εκ τῶν οὐσ. αὐλὴ καὶ μάντρα.

Σημασιολογία

Αὐλὴ περικλειομένη διὰ τοίχου ἔνθ’ ἀν.: Θὰ μ’ ἄρεσε νὰ στόλιζε αὐτὴ κἀνένα χαρέμι, εἶναι ἁμαρτία τέτοι͜ο ἀστέρι νὰ λάμπῃ σὲ μιˬὰν αὐλόμαντρα μέσα ΔΚαμπούρογλ. ἔνθ’ ἀν.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/