γλυκόφωτος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γλυκόφωτος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
γλυκόφωτος ἐπίθ. Α. Προβελ Ποιήμ., 1.335 Δ. Καμπούρογλ., Ἀθηναϊκ. Διηγ., 131 Φ. Πανᾶ, Λυρικ., 139 Γ. Σιδέρ. εἰς Ἀνθολ. Η. Ἀποστολίδ., 399 Δ. Ταγκοπ., Δράματ., 41.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ἐπιθ. γλυκὸς καὶ τοῦ οὐσ. φῶς.
Σημασιολογία
Ὁ φωτίζων, ὁ λάμπων κατὰ τρόπον ἁπαλὸν καὶ εὐάρεστον ἔνθ’ ἀν.: Τὸ ἀνέσπερο καὶ τὸ γλυκύφωτο ἀστέρι ποὺ φώτιζε τὴ σκοτεινιˬὰ τῆς ζωῆς μου Δ. Ταγκόπ., ἔνθ’ ἀν. || Ποιήμ. Κιˬ ἄς λὲς ἀγάπες ξώφρενες πὼς ἠμπορεῖς νὰ πλάσῃς καὶ μέσα τους γλυκύφωτο νὰ λάμπῃς σὰν πετράδι Γ. Σιδέρ., ἔνθ’ ἀν. Ἔσβησε τὸ γλυκύφωτο τῆς εὐτυχίας ἀστέρι κιˬ ἀκούστη ὁ πρῶτος στεναγμὸς μέσ’ ’ς τὸ φαιδρὸ καλύβι Α. Προβελ., ἔνθ’ ἀν.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA