αὐχένας

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

αὐχένας

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

αὐχένας ὁ, λόγ. κοιν. αὐῶνας Ρόδ. (Βάτ.)

Χρονολόγηση

Αρχαίο

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἀρχ. οὐσ αὐχήν.

Σημασιολογία

Τὸ ὀπίσθιον μέρος τοῦ τραχήλου. Συνών. σβέρκος.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/