ἀποτεντώνω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀποτεντώνω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
ἀποτεντώνω Πόντ. (Τραπ.) Χίος
Ετυμολογία
᾿Εκ τῆς προθ. ἀπὸ καὶ τοῦ ρ. τεντώνω.
Σημασιολογία
1)Χαλαρώνω τι τὸ ὁποῖον εἶναι τεντωμένον Πόντ. (Τραπ.) Συνών. ξετεντώνω. 2)Τεντώνω ὅλως διόλου Χίος: Ἀποτέντωσε τὰ πόδιˬα σου.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA