ἀφαντάστοχα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀφαντάστοχα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίρρημα

Τυπολογία

ἀφαντάστοχα ἐπίρρ. ἀμάρτ. ἀφαdάσταχα Κεφαλλ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιθ. ἀφαντάστοχος.

Σημασιολογία

1) Ἀπροσδοκήτως, ἐξαίφνης: Ἀφαdάσταχα μᾶς ἦρτε. Συνων. ἐν ἰδ. λ. ἄξαφνα. 2) Ἀπερισκέπτως.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/