ἀππαρθενίζω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀππαρθενίζω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
ἀππαρθενίζω Κεφαλλ.-ΑΛασκαράτ. Λύχν. 27.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ Ἰταλ. appartenere.
Σημασιολογία
Λαχαίνω ὡς μερίδιον ἔνθ’ ἀν.: Μήτε τὸ σπίτι του μήτε κἀνένα ἀπὸ ὅσα τοῦ ἐππαρθενίσανε ΑΛασκαρᾶτ. ἔνθ’ ἀν.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA