ἀποτριντανώνω

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀποτριντανώνω

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

ἀποτριντανώνω Πόντ. (Ἴμερ. Σάντ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τῆς προθ. ἀπὸ καὶ ἀγνώστου β΄ συνθετικοῦ.

Σημασιολογία

1)Τεντώνομαι πολὺ Πόντ. (Σάντ.) 2)Φουσκώνω Πόντ. (Ἴμερ.): Ἐπετριντάνωσαν τὰ ρωία τῆ χτηνί’ (οἱ μαστοὶ τῆς ἀγελάδος).

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/