ἀποδοτὸς
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀποδοτὸς
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀποδοτὸς ἐπίθ. Πελοπν. (Λακων. Μάν.)-ΠΒλαστοῦ Ἀργὼ 304
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ρ. ἀποδίνω.
Σημασιολογία
1) Ὁ ἐπὶ ἀποδόσει διδόμενος, ὁ ἀποδοτέος Πελοπν. (Λακων.): Παροιμ ᾿Αποδοτὸ φιλεῖ, κακὸ φιλεῖ (ἐπὶ τῶν ἀπαιτούντων ὅ,τι ἐδώρησαν). 2) Ὁ κατὰ μικρὰς διαδοχικὰς δόσεις διδόμενος Πελοπν. (Μάν.): Τοῦ δώνουνε ἀποδοτὸ τὸ φαεῖ Μάν. 3) Ἐκεῖνος ὅστις ἔχει δοθῆ, ὁ ἀφοσιωθείς, ὁ ἀφιερωθεὶς ΠΒλαστὸς ἔνθ’ ἀν.: Ποίημ. Κιˬ ὅλο πάνε μονοσκοίνι σὰ σὲ τάμα ἀποδοτοί.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA