ἀποκαλαντίδι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀποκαλαντίδι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἀποκαλαντίδι τό, ἀμάρτ. Πληθ. ἀποκαλαdρίδιˬα Κρήτ.
Ετυμολογία
Ἐκ τῆς προθ. ἀπὸ, τοῦ οὐσ. κάλαντα καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. -ίδι. Διὰ τὴν ἀνάπτυξιν τοῦ ρ. ἰδ. ΦΚουκουλ. ἐν Λεξικογρ. ᾿Αρχ. 4(1917) 85.
Σημασιολογία
Τὸ τέλος τοῦ ᾄσματος τῶν καλάνδων, οἱ ἔπαινοι καὶ αἱ εὐχαί, δι᾿ ὧν περατοῦται τὸ ᾆσμα: Τ᾿ ἀποδέλοιπο θὰ σᾶσε βάλω, ἀπῆς μοῦ πῆτε καὶ τ' ἀποκαλαdρίδιˬα.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA